Μανιώδης στα ιταλικά

Μετάφραση: μανιώδης, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
incallito, inveterato, inveterata, inveterate, accanito
Μανιώδης στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιώδης

μανιώδης συνώνυμα, μανιώδης καπνιστής, μανιώδης κατάθλιψη, μανιώδης λεξικό γλώσσας ιταλικά, μανιώδης στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μανιτάρι στα ιταλικά - fungo, funghi, di funghi, mushroom, del fungo
  • μανιφέστο στα ιταλικά - manifesto, Manifesto di, Manifesto del, il manifesto, del Manifesto
  • μαντάρω στα ιταλικά - rammendo, rammendare, darn, maledettamente, dannatamente
  • μαντήλι στα ιταλικά - sciarpa, fascia, scialle, foulard, fazzoletto, il fazzoletto, fazzoletto di, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανιώδης στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: incallito, inveterato, inveterata, inveterate, accanito