Μανιώδης στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μανιώδης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
заўзяты, заядлы, зацяты, заядлый
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανιώδης
μανιώδης συνώνυμα, μανιώδης καπνιστής, μανιώδης κατάθλιψη, μανιώδης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μανιώδης στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μανιτάρι στα λευκορωσικά - бросня, грыб
- μανιφέστο στα λευκορωσικά - маніфест, Маніфэст, Маніфеста
- μαντάρω στα λευκορωσικά - цыраваць, Цыруюць
- μαντήλι στα λευκορωσικά - хустка, насоўку, насоўка, хусцінку, насавую хустачку, насатку
Τυχαίες λέξεις
Μανιώδης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: заўзяты, заядлы, зацяты, заядлый
Μεταφράσεις: заўзяты, заядлы, зацяты, заядлый