Προκατάληψη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: προκατάληψη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зрушэнне
Προκατάληψη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προκατάληψη

προκατάληψη συνώνυμα, προκατάληψη ορισμός, προκατάληψη και στερεότυπα, προκατάληψη ετυμολογία, προκατάληψη έννοια, προκατάληψη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, προκατάληψη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • προικοδότηση στα λευκορωσικά - фонд
  • προκαλώ στα λευκορωσικά - штурхаць, вёска, прынасiць, рабiць, выклік, выклік Ці, вызаў
  • προκαταβάλλω στα λευκορωσικά - prokatavallo
  • προκαταλαμβάνω στα λευκορωσικά - чакаць, выклікаць, ўнушаць, пераконваць, унушаць, сеяць
Τυχαίες λέξεις
Προκατάληψη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: зрушэнне