Απεργία στα αλβανικά
Μετάφραση: απεργία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shkrep, grevë, Greva, greva e, grevë e, goditje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απεργία
απεργία σήμερα, απεργία λαϊκών αγορών, απεργία πλοίων, απεργία μετρό, απεργία φαρμακείων, απεργία λεξικό γλώσσας αλβανικά, απεργία στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- απενεργοποιώ στα αλβανικά - disable, çaktivizoni, çaktivizojeni, çaktivizuar, të çaktivizoni
- απερίσκεπτος στα αλβανικά - i pakujdesur, i pavëmendshëm, pakujdesur, pavëmendshëm, pakonsideratë
- απεργοσπάστης στα αλβανικά - grevëthyes, Fink, spiun, tip i bezdisur, Fink project
- απεριποίητος στα αλβανικά - i çrregullt, çrregullt, shkujdesur, i shkujdesur, e çrregullt
Τυχαίες λέξεις
Απεργία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shkrep, grevë, Greva, greva e, grevë e, goditje
Μεταφράσεις: shkrep, grevë, Greva, greva e, grevë e, goditje