Βήχω στα αλβανικά
Μετάφραση: βήχω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kollë, kollë e, kolla, kolla e, kollë të
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βήχω
γιατί βήχω, βήχω στα αγγλικά, βήχω και ξεροβήχω, βήχω όταν ξαπλώνω, βήχω στα γαλλικα, βήχω λεξικό γλώσσας αλβανικά, βήχω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- βήμα στα αλβανικά - jardi, shkel, hap, hapi, hap i, hapi i, hap më
- βήχας στα αλβανικά - kollë, kollë e, kolla, kolla e, kollë të
- βία στα αλβανικά - shpërthej, forcë, dhunë, detyroj, force, dhuna, dhunës, ...
- βίαιος στα αλβανικά - i dhunshëm, dhunshme, dhunshëm, të dhunshme, e dhunshme
Τυχαίες λέξεις
Βήχω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: kollë, kollë e, kolla, kolla e, kollë të
Μεταφράσεις: kollë, kollë e, kolla, kolla e, kollë të