Ντροπαλότητα στα αλβανικά
Μετάφραση: ντροπαλότητα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
drojë, druajtje, turpi, një ndrojtje, ndrojtje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντροπαλότητα
ντροπαλότητα αντιμετώπιση, ντροπαλότητα συνώνυμα, ντροπαλότητα λεξικό γλώσσας αλβανικά, ντροπαλότητα στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- ντροπή στα αλβανικά - turp, turpi, turpin, turpi i
- ντροπαλός στα αλβανικά - i turpshëm, i trembur, trembur, turpshëm, turpërohet
- ντόμπρος στα αλβανικά - me zemër të hapur, i sinqertë, sinqertë, i hapur, zëshëm
- ντόπιος στα αλβανικά - amtar, autokton, i lindur, i lindjes, amtare, vendas
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλότητα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: drojë, druajtje, turpi, një ndrojtje, ndrojtje
Μεταφράσεις: drojë, druajtje, turpi, një ndrojtje, ndrojtje