Ντροπαλότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: ντροπαλότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nieśmiałość, wstydliwość, nieśmiałości, nieśmiałością, shyness, bojaźliwość
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντροπαλότητα
ντροπαλότητα αντιμετώπιση, ντροπαλότητα συνώνυμα, ντροπαλότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, ντροπαλότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ντροπή στα πολωνικά - szkoda, zawstydzać, srom, wstyd, hańba, wstydzić, kompromitacja, ...
- ντροπαλός στα πολωνικά - bojaźliwy, lękliwy, płochliwy, pierzchliwy, trwożliwy, skromny, rzucać, ...
- ντόμπρος στα πολωνικά - bluff, rozszerzalny, bluffować, blaga, niezgrabny, stromy, oszustwo, ...
- ντόπιος στα πολωνικά - krajowy, rodak, autochtoniczny, miejscowy, krajowiec, tubylec, ojczysty, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: nieśmiałość, wstydliwość, nieśmiałości, nieśmiałością, shyness, bojaźliwość
Μεταφράσεις: nieśmiałość, wstydliwość, nieśmiałości, nieśmiałością, shyness, bojaźliwość