Πειθαρχία στα αλβανικά
Μετάφραση: πειθαρχία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
disiplinë, disiplina, disiplinës, disiplinën, disiplina e
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειθαρχία
πειθαρχία στην σχολική τάξη, πειθαρχία στο σχολείο, πειθαρχία στη σχολική τάξη, πειθαρχία και παιδί, πειθαρχία και γνώση, πειθαρχία λεξικό γλώσσας αλβανικά, πειθαρχία στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- πειθήνιος στα αλβανικά - i urtë, i dëgjuar, urtë, gatshëm për të mësuar, urte
- πειθαναγκάζω στα αλβανικά - detyruar, shtrënguar, i detyruar, të detyruar, e detyruar
- πειθαρχικός στα αλβανικά - disiplinor, disiplinore, disciplinore, diciplinore
- πειθαρχώ στα αλβανικά - disiplinë, disiplina, disiplinës, disiplinën, disiplina e
Τυχαίες λέξεις
Πειθαρχία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: disiplinë, disiplina, disiplinës, disiplinën, disiplina e
Μεταφράσεις: disiplinë, disiplina, disiplinës, disiplinën, disiplina e