Συνηθίζω στα αλβανικά
Μετάφραση: συνηθίζω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mësoj me, mësohet, të mësohet, mësoj, accustom
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνηθίζω
συνηθίζω ετυμολογια, συνηθίζω συνωνυμα, συνηθίζω να, συνηθίζω αγγλικά, συνηθίζω στα αγγλικα, συνηθίζω λεξικό γλώσσας αλβανικά, συνηθίζω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- συνηγορία στα αλβανικά - mbrójtje, mbrojtje, avokimit, avokim, advokimi, avokimi
- συνηγορώ στα αλβανικά - avokat, mbroj, lutem, deklarohem, mbro, vetëdeklaruar
- συνηθισμένος στα αλβανικά - përbashkët, përgjithshëm, i zakonshëm, zakonisht, zakonshme, e zakonshme, zakonshëm
- συνθέτης στα αλβανικά - kompozitori, kompozitor, kompozitorit, kompozitori i, kompozitorin
Τυχαίες λέξεις
Συνηθίζω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: mësoj me, mësohet, të mësohet, mësoj, accustom
Μεταφράσεις: mësoj me, mësohet, të mësohet, mësoj, accustom