Συνηθίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: συνηθίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hozzászoktat, hozzászoktatni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνηθίζω
συνηθίζω ετυμολογια, συνηθίζω συνωνυμα, συνηθίζω να, συνηθίζω αγγλικά, συνηθίζω στα αγγλικα, συνηθίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνηθίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συνηγορία στα ουγγρικά - pártfogás, érdekképviseleti, érdekképviselet, érdekvédelmi, képviselet
- συνηγορώ στα ουγγρικά - hivatkozhat, hivatkozhatnak, hivatkoznak, hivatkozik, hivatkozni
- συνηθισμένος στα ουγγρικά - útszéli, menü, rendes, ordenáré, hivatásos, szokásos, megszokott, ...
- συνθέτης στα ουγγρικά - zeneszerző, komponista, szerző, zeneszerzőként
Τυχαίες λέξεις
Συνηθίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hozzászoktat, hozzászoktatni
Μεταφράσεις: hozzászoktat, hozzászoktatni