Τρυφερότητα στα αλβανικά
Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
butësi, ëmbëlsi, ndjeshmëri, ndjeshmëri të, butësia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα
τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας αλβανικά, τρυφερότητα στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- τρυπώ στα αλβανικά - trokitje e lehtë, rubinet, trokitni lehtë mbi, takoni, trokitni lehtë
- τρυφερός στα αλβανικά - i dashuruar, dashur, i dashur, të dashur, loving
- τρωκτικό στα αλβανικά - brejtësit, brejtës, rodent, brejtësve, e brejtësve
- τρόμος στα αλβανικά - tmerr, frikë, dridhje, Tronditja, lëkundje, Tërmeti, dridhje e
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: butësi, ëmbëlsi, ndjeshmëri, ndjeshmëri të, butësia
Μεταφράσεις: butësi, ëmbëlsi, ndjeshmëri, ndjeshmëri të, butësia