Τρυφερότητα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нежност, чувствителност, болезненост, нежността, крехкост
Τρυφερότητα στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα

τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τρυφερότητα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • τρυπώ στα βουλγαρικά - хуй, кур, острие, кран, почукване, докоснете, чешмяна, ...
  • τρυφερός στα βουλγαρικά - нежен, любящ, любяща, ми харесва, обичаме
  • τρωκτικό στα βουλγαρικά - гризачи, гризач, на гризачи, от гризачи, за гризачи
  • τρόμος στα βουλγαρικά - страх, ужас, терор, треперене, тремор, тремора, трепет, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: нежност, чувствителност, болезненост, нежността, крехкост