Τρυφερότητα στα ρωσικά

Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
болезнь, благосклонность, ласка, привязанность, тепло, симпатия, любовь, приверженность, умиление, нежность, нежности, болезненность, нежностью
Τρυφερότητα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα

τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας ρωσικά, τρυφερότητα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • τρυπώ στα ρωσικά - острие, заковать, насторожиться, вколоть, игла, прокол, укол, ...
  • τρυφερός στα ρωσικά - неяркий, любящий, предложение, уязвимый, выполнять, сумма, мягкий, ...
  • τρωκτικό στα ρωσικά - грызун, грызунов, грызуна, грызунами, с грызунами
  • τρόμος στα ρωσικά - жуть, перепуг, трепет, страх, страшилище, переполох, волнение, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: болезнь, благосклонность, ласка, привязанность, тепло, симпатия, любовь, приверженность, умиление, нежность, нежности, болезненность, нежностью