Τρυφερότητα στα ουγγρικά

Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
érzékenység, gyengédség, gyengédséget, gyöngédség, nyomásérzékenység
Τρυφερότητα στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα

τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τρυφερότητα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • τρυπώ στα ουγγρικά - csap, érintse meg, érintse, érintse meg a, csapot
  • τρυφερός στα ουγγρικά - gyengéd, porhanyós, éretlen, árajánlat, dédelgetett, szerető, szeretni, ...
  • τρωκτικό στα ουγγρικά - rágcsáló, rágcsálók, rágcsálókban, rágcsálóirtás, rágcsálókon
  • τρόμος στα ουγγρικά - ijedség, rettegés, remegés, tremor, remegést, tremort, a tremor
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: érzékenység, gyengédség, gyengédséget, gyöngédség, nyomásérzékenység