Τρυφερότητα στα σουηδικά

Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kärlek, åkomma, ömhet, mjukhet, ömhet i, ömma
Τρυφερότητα στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα

τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, τρυφερότητα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • τρυπώ στα σουηδικά - sticka, sting, kran, kranen, peka, knackar, knacka
  • τρυφερός στα σουηδικά - känslig, öm, anbud, mör, tillgiven, loving, kärleksfull, ...
  • τρωκτικό στα σουηδικά - gnagare, rodent, från gnagare, rodenten, gnagaren
  • τρόμος στα σουηδικά - förfära, befara, frukta, skrämsel, rädsla, fasa, bestörtning, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kärlek, åkomma, ömhet, mjukhet, ömhet i, ömma