Βαθούλωμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βαθούλωμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вдлъбнатина, пробив, Дент, Dent, конски зъб
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθούλωμα
βαθούλωμα κρανίου, βαθούλωμα στο στέρνο, βαθούλωμα αυτοκινήτου, βαθούλωμα στα νύχια, βαθούλωμα στο αυτοκίνητο, βαθούλωμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βαθούλωμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βαθουλωμένος στα βουλγαρικά - подкопа, очукана, нащърбени, зацапана, поемате инициативата
- βαθουλώνω στα βουλγαρικά - вдлъбнатина, пробив, Дент, Dent, конски зъб
- βαθυστόχαστος στα βουλγαρικά - дълбок, дълбоко, дълбока, задълбочен, задълбочено
- βαθύς στα βουλγαρικά - дълбоко, дълбок, дълбока, дълбоки, дълбоката
Τυχαίες λέξεις
Βαθούλωμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: вдлъбнатина, пробив, Дент, Dent, конски зъб
Μεταφράσεις: вдлъбнатина, пробив, Дент, Dent, конски зъб