Βαθούλωμα στα γαλλικά
Μετάφραση: βαθούλωμα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
incision, éraflure, entaille, cabosser, bosse, coche, bosseler, cran, Dent, la Dent, brèche
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθούλωμα
βαθούλωμα κρανίου, βαθούλωμα στο στέρνο, βαθούλωμα αυτοκινήτου, βαθούλωμα στα νύχια, βαθούλωμα στο αυτοκίνητο, βαθούλωμα λεξικό γλώσσας γαλλικά, βαθούλωμα στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- βαθουλωμένος στα γαλλικά - excaver, cavez, fosse, évidé, cavent, cavité, évider, ...
- βαθουλώνω στα γαλλικά - bosseler, cabosser, bosse, coche, éraflure, cran, entaille, ...
- βαθυστόχαστος στα γαλλικά - grave, profond, profonde, profondes, profondément, profonds
- βαθύς στα γαλλικά - énigmatique, grave, mystérieux, encaissé, abîme, épais, bas, ...
Τυχαίες λέξεις
Βαθούλωμα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: incision, éraflure, entaille, cabosser, bosse, coche, bosseler, cran, Dent, la Dent, brèche
Μεταφράσεις: incision, éraflure, entaille, cabosser, bosse, coche, bosseler, cran, Dent, la Dent, brèche