Βαθούλωμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: βαθούλωμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apmažinti, įkirsti, apmažinimas, krumplys, išranta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθούλωμα
βαθούλωμα κρανίου, βαθούλωμα στο στέρνο, βαθούλωμα αυτοκινήτου, βαθούλωμα στα νύχια, βαθούλωμα στο αυτοκίνητο, βαθούλωμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βαθούλωμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- βαθουλωμένος στα λιθουανικά - tuščiaviduris, tuščias, duslus, drevėtas, kliudė, Dantyta, dented, ...
- βαθουλώνω στα λιθουανικά - apmažinti, įkirsti, apmažinimas, krumplys, išranta
- βαθυστόχαστος στα λιθουανικά - gilus, gili, gilios, gilesnė, nuodugnus
- βαθύς στα λιθουανικά - žemas, gilus, paslaptingas, giliai, gylio, giliavandenių, giliųjų
Τυχαίες λέξεις
Βαθούλωμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: apmažinti, įkirsti, apmažinimas, krumplys, išranta
Μεταφράσεις: apmažinti, įkirsti, apmažinimas, krumplys, išranta