Κατορθώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κατορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пробутвам, забавям, отлагам, поставен върху, прехвърлена през краищата
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατορθώνω
κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατορθώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κατορθώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κατοικώ στα βουλγαρικά - живея, живеят, живее, живеем, живеете
- κατολίσθηση στα βουλγαρικά - плъзгане, плъзгащ се, плъзгащи, плъзгаща, плъзгащи се
- κατοχή στα βουλγαρικά - занятие, заемане, владение, занимание, притежание, времето, топката, ...
- κατοχυρώνω στα βουλγαρικά - охрана, подсилвам, обогатявам, укрепявам, окуражавам, усилвам
Τυχαίες λέξεις
Κατορθώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пробутвам, забавям, отлагам, поставен върху, прехвърлена през краищата
Μεταφράσεις: пробутвам, забавям, отлагам, поставен върху, прехвърлена през краищата