Κατορθώνω στα ρουμανικά

Μετάφραση: κατορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pune, pus, încearcă, puse, a pus
Κατορθώνω στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατορθώνω

κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατορθώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κατορθώνω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • κατοικώ στα ρουμανικά - trăi, trăiesc, trăiască, locuiesc, trăim
  • κατολίσθηση στα ρουμανικά - alunecare, glisante, de alunecare, culisante, glisantă
  • κατοχή στα ρουμανικά - ocupaţie, posesiune, deținere, stăpânire, posiblititatea, posiblititatea de
  • κατοχυρώνω στα ρουμανικά - ocroti, fortifica, fortifice, întări, fortificarea, fortifică
Τυχαίες λέξεις
Κατορθώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: pune, pus, încearcă, puse, a pus