Σχολαστικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σχολαστικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
педантичен, книгите, книжен, книжното, книжна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχολαστικός
σχολαστικός συνώνυμο, σχολαστικός συνώνυμα, σχολαστικός αγγλικα, σχολαστικός στα αγγλικα, ευάγριος σχολαστικός, σχολαστικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σχολαστικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σχισμή στα βουλγαρικά - путка, прорез, слот, слот за, слота, слотове
- σχιστόλιθος στα βουλγαρικά - шисти, плоча, шистите, плочи, естествени
- σχολείο στα βουλγαρικά - училище, обучавам, школа, училището, учебната, на училище
- σχολιάζω στα βουλγαρικά - коментар, коментара, коментари, мнението си, мнението
Τυχαίες λέξεις
Σχολαστικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: педантичен, книгите, книжен, книжното, книжна
Μεταφράσεις: педантичен, книгите, книжен, книжното, книжна