Σχολαστικός στα ιταλικά

Μετάφραση: σχολαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
meticoloso, minuzioso, libresco, libresca, bookish, amante dei libri
Σχολαστικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχολαστικός

σχολαστικός συνώνυμο, σχολαστικός συνώνυμα, σχολαστικός αγγλικα, σχολαστικός στα αγγλικα, ευάγριος σχολαστικός, σχολαστικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, σχολαστικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • σχισμή στα ιταλικά - fessura, crepa, tagliare, feritoia, crepatura, crepaccio, fenditura, ...
  • σχιστόλιθος στα ιταλικά - lavagna, ardesia, in ardesia, di ardesia, l'ardesia
  • σχολείο στα ιταλικά - scuola, istruire, scuola di, scolastico, la scuola, scuole
  • σχολιάζω στα ιταλικά - commento, osservazione, commentare, nota, commenti, un commento, commento al
Τυχαίες λέξεις
Σχολαστικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: meticoloso, minuzioso, libresco, libresca, bookish, amante dei libri