Σχολαστικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: σχολαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bookish, bókhneigður
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχολαστικός
σχολαστικός συνώνυμο, σχολαστικός συνώνυμα, σχολαστικός αγγλικα, σχολαστικός στα αγγλικα, ευάγριος σχολαστικός, σχολαστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σχολαστικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σχισμή στα ισλανδικά - rifa, rauf, rauf fyrir, afgreiðslutíma
- σχιστόλιθος στα ισλανδικά - ákveða, flögusteinn
- σχολείο στα ισλανδικά - skóli, skóla, skólinn, School, skólanum
- σχολιάζω στα ισλανδικά - athugasemd, við athugasemd, ummæli, athugasemdir
Τυχαίες λέξεις
Σχολαστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bookish, bókhneigður
Μεταφράσεις: bookish, bókhneigður