Σχολαστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: σχολαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úzkostlivý, pečlivý, puntičkářský, knižní, pedantický, knihomolský, knižní tvar, knihomol
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχολαστικός
σχολαστικός συνώνυμο, σχολαστικός συνώνυμα, σχολαστικός αγγλικα, σχολαστικός στα αγγλικα, ευάγριος σχολαστικός, σχολαστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, σχολαστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- σχισμή στα τσεχικά - puknout, otvor, uříznout, pukat, rozsedlina, rozpor, rozříznout, ...
- σχιστόλιθος στα τσεχικά - břidlice, vyhubovat, břidlicově, břidlicová, slate, břidlicové
- σχολείο στα τσεχικά - hejno, univerzita, školský, školit, školní, cvičit, škola, ...
- σχολιάζω στα τσεχικά - poznámka, komentovat, vysvětlivka, výklad, kritizovat, glosa, poznámky, ...
Τυχαίες λέξεις
Σχολαστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: úzkostlivý, pečlivý, puntičkářský, knižní, pedantický, knihomolský, knižní tvar, knihomol
Μεταφράσεις: úzkostlivý, pečlivý, puntičkářský, knižní, pedantický, knihomolský, knižní tvar, knihomol