Σχολαστικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σχολαστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
bookish
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχολαστικός
σχολαστικός συνώνυμο, σχολαστικός συνώνυμα, σχολαστικός αγγλικα, σχολαστικός στα αγγλικα, ευάγριος σχολαστικός, σχολαστικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σχολαστικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σχισμή στα σλαβομακεδονικά - пичката, слот, отворот, слот за, слотот, процеп
- σχιστόλιθος στα σλαβομακεδονικά - чеша, шкрилец, распоред, шкрилци, распоредот
- σχολείο στα σλαβομακεδονικά - училиштето, училиште
- σχολιάζω στα σλαβομακεδονικά - коментар, коментари, коментарот, коментираат, својот
Τυχαίες λέξεις
Σχολαστικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: bookish
Μεταφράσεις: bookish