Σχολαστικός στα φινλανδικά

Μετάφραση: σχολαστικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
saivarteleva, akateeminen, kirjaviisas, bookish, lukuintoinen
Σχολαστικός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχολαστικός

σχολαστικός συνώνυμο, σχολαστικός συνώνυμα, σχολαστικός αγγλικα, σχολαστικός στα αγγλικα, ευάγριος σχολαστικός, σχολαστικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σχολαστικός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • σχισμή στα φινλανδικά - välirikko, särö, rotko, väli, halkio, lokero, lommo, ...
  • σχιστόλιθος στα φινλανδικά - liuskakivi, liuskelaatta, liuske, liuskekivi, liuskekiveä, pöydältä, liuskekivestä, ...
  • σχολείο στα φινλανδικά - oppisuunta, koulia, koulu, oppilaitos, kalaparvi, opinahjo, parvi, ...
  • σχολιάζω στα φινλανδικά - muistutus, arvostelma, kommentti, kommentaari, kommenttia, kommenttini, kommentin, ...
Τυχαίες λέξεις
Σχολαστικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: saivarteleva, akateeminen, kirjaviisas, bookish, lukuintoinen