Ταυτίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ταυτίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
идентичен, идентични, идентична, идентично, еднакви
Ταυτίζω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταυτίζω

ταυτίζω μετάφραση, ταυτίζω in english, ταυτίζω συνώνυμο, ταυτίζω αγγλικά, ταυτίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ταυτίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ταρσικός στα βουλγαρικά - на глезена, на пищяла, тарзалната, глезена, пищяла
  • τασάκι στα βουλγαρικά - пепелница, пепелник, пепелника, на пепелника
  • ταυτότητα στα βουλγαρικά - самоличност, опознавания, идентичност, идентичността, самоличността, лична
  • ταυτόχρονα στα βουλγαρικά - едновременно, едновременно с, същевременно, едновременно да
Τυχαίες λέξεις
Ταυτίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: идентичен, идентични, идентична, идентично, еднакви