Ταυτίζω στα ιταλικά
Μετάφραση: ταυτίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
identificare, identico, identici, identica, identiche, uguali
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταυτίζω
ταυτίζω μετάφραση, ταυτίζω in english, ταυτίζω συνώνυμο, ταυτίζω αγγλικά, ταυτίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, ταυτίζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ταρσικός στα ιταλικά - tarsale, tarso, tarsica, del tarso, tarsali
- τασάκι στα ιταλικά - posacenere, portacenere, portacenere per, portacenere a, portacenere di
- ταυτότητα στα ιταλικά - identificazione, identità, dell'identità, di identità, l'identità, d'identità
- ταυτόχρονα στα ιταλικά - contemporaneamente, simultaneamente, contemporanea, allo stesso tempo, simultanea
Τυχαίες λέξεις
Ταυτίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: identificare, identico, identici, identica, identiche, uguali
Μεταφράσεις: identificare, identico, identici, identica, identiche, uguali