Ταυτίζω στα νορβηγικά

Μετάφραση: ταυτίζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
identifisere, identisk, identiske, samme, like, lik
Ταυτίζω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταυτίζω

ταυτίζω μετάφραση, ταυτίζω in english, ταυτίζω συνώνυμο, ταυτίζω αγγλικά, ταυτίζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ταυτίζω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ταρσικός στα νορβηγικά - tarsal, Haseleddets
  • τασάκι στα νορβηγικά - askebeger, askebegeret, ashtray
  • ταυτότητα στα νορβηγικά - identitet, identifikasjon, identitets, identiteten, ID
  • ταυτόχρονα στα νορβηγικά - samtidig
Τυχαίες λέξεις
Ταυτίζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: identifisere, identisk, identiske, samme, like, lik