Ταυτίζω στα σλοβενικά
Μετάφραση: ταυτίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
identični, enaka, identična, enaki, identičen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταυτίζω
ταυτίζω μετάφραση, ταυτίζω in english, ταυτίζω συνώνυμο, ταυτίζω αγγλικά, ταυτίζω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ταυτίζω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ταρσικός στα σλοβενικά - stopalo, tarzalno
- τασάκι στα σλοβενικά - pepelnik, pepelnika, pepelnik iz
- ταυτότητα στα σλοβενικά - identiteta, identiteto, identitete, istovetnost, identiteti
- ταυτόχρονα στα σλοβενικά - hkrati, istočasno, sočasno, simultano, obenem
Τυχαίες λέξεις
Ταυτίζω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: identični, enaka, identična, enaki, identičen
Μεταφράσεις: identični, enaka, identična, enaki, identičen