Δίψα στα γαλλικά

Μετάφραση: δίψα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aspiration, envie, gré, appétit, désir, soif, la soif, de soif, soif de, une soif
Δίψα στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίψα

δίψα (1990), δίψα εγκυμοσύνη, δίψα - κωστής μαραβέγιας, δίψα ονειροκρίτης, δίψα για ζωή (1964), δίψα λεξικό γλώσσας γαλλικά, δίψα στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • δίσκος στα γαλλικά - appréhender, palet, inscription, liste, registre, palmarès, noter, ...
  • δίχτυ στα γαλλικά - maille, réseau, profit, treillage, toile, engrenage, s'engrener, ...
  • δαίμονας στα γαλλικά - diable, démon, demon, démons, démon de, démoniaque
  • δαγκώνω στα γαλλικά - mords, morsure, pincer, piqûre, mordre, manger, mordiller, ...
Τυχαίες λέξεις
Δίψα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: aspiration, envie, gré, appétit, désir, soif, la soif, de soif, soif de, une soif