Δίψα στα ρωσικά

Μετάφραση: δίψα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вожделение, жажда, стремление, жажду, жажды, жаждой, тяга
Δίψα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίψα

δίψα (1990), δίψα εγκυμοσύνη, δίψα - κωστής μαραβέγιας, δίψα ονειροκρίτης, δίψα για ζωή (1964), δίψα λεξικό γλώσσας ρωσικά, δίψα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • δίσκος στα ρωσικά - таблица, увековечивать, отчёт, желоб, летопись, поддон, поднос, ...
  • δίχτυ στα ρωσικά - тенета, плести, электросеть, общий, сачок, зацепление, модулятор, ...
  • δαίμονας στα ρωσικά - бес, дьявол, чёрт, сатана, черт, демон, демона, ...
  • δαγκώνω στα ρωσικά - клев, прикусывать, откусить, кусок, покусать, закусывать, щипать, ...
Τυχαίες λέξεις
Δίψα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: вожделение, жажда, стремление, жажду, жажды, жаждой, тяга