Δίψα στα ισλανδικά
Μετάφραση: δίψα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þorsti, þorsta, þyrstir, þyrsta, þyrstur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δίψα
δίψα (1990), δίψα εγκυμοσύνη, δίψα - κωστής μαραβέγιας, δίψα ονειροκρίτης, δίψα για ζωή (1964), δίψα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δίψα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δίσκος στα ισλανδικά - bakki, hljómplata, diskur, Disc, disk, DVD
- δίχτυ στα ισλανδικά - nettó, Net, hrein, hreinar, frádregnum
- δαίμονας στα ισλανδικά - ári, Demon, illi andinn, illan anda, dímon, illi andinn var
- δαγκώνω στα ισλανδικά - bíta, biti, bit, naga, bítur, að bíta
Τυχαίες λέξεις
Δίψα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þorsti, þorsta, þyrstir, þyrsta, þyrstur
Μεταφράσεις: þorsti, þorsta, þyrstir, þyrsta, þyrstur