Διακρίσεις στα γαλλικά

Μετάφραση: διακρίσεις, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
discrimination, discernement, la discrimination, discriminations, de discrimination, une discrimination
Διακρίσεις στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακρίσεις

διακρίσεις διοικητικών πράξεων, διακρίσεις των νόμων, διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, διακρίσεις εις βάρος των γυναικών στην ελλάδα, διακρίσεις λόγω φύλου στην εργασία, διακρίσεις λεξικό γλώσσας γαλλικά, διακρίσεις στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • διακοπή στα γαλλικά - discontinuer, répit, intercepter, intermittence, arrêter, pause, couper, ...
  • διακοσμώ στα γαλλικά - décorez, enjoliver, chamarrer, peinturer, décorons, décorer, maquiller, ...
  • διακριτικό στα γαλλικά - insigne, insignes, distinctif, distinctive, caractéristique, distincte, particulière
  • διακριτικός στα γαλλικά - discret, réfléchi, sage, judicieux, avisé, discontinu, prudent, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακρίσεις στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: discrimination, discernement, la discrimination, discriminations, de discrimination, une discrimination