Διακρίσεις στα λιθουανικά

Μετάφραση: διακρίσεις, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
diskriminacija, diskriminacijos, diskriminaciją, nediskriminavimo, su diskriminacija
Διακρίσεις στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακρίσεις

διακρίσεις διοικητικών πράξεων, διακρίσεις των νόμων, διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, διακρίσεις εις βάρος των γυναικών στην ελλάδα, διακρίσεις λόγω φύλου στην εργασία, διακρίσεις λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διακρίσεις στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • διακοπή στα λιθουανικά - pertrauka, pauzė, nutraukimas, nutraukimo, nutraukimą, nutraukimų, nutrūkimo
  • διακοσμώ στα λιθουανικά - blizgučiai, blizgutis, puošti blizgučiai, blizgalas, blizgėti
  • διακριτικό στα λιθουανικά - savitas, skiriamasis, skiriamąjį, skiriamąjį požymį, skiriamojo
  • διακριτικός στα λιθουανικά - savitas, skiriamasis, skiriamąjį, skiriamąjį požymį, skiriamojo
Τυχαίες λέξεις
Διακρίσεις στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: diskriminacija, diskriminacijos, diskriminaciją, nediskriminavimo, su diskriminacija