Διακρίσεις στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: διακρίσεις, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дискриминација, дискриминацијата, на дискриминација, на дискриминацијата
Διακρίσεις στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακρίσεις

διακρίσεις διοικητικών πράξεων, διακρίσεις των νόμων, διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, διακρίσεις εις βάρος των γυναικών στην ελλάδα, διακρίσεις λόγω φύλου στην εργασία, διακρίσεις λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διακρίσεις στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • διακοπή στα σλαβομακεδονικά - прекин, прекинување, прекини, прекинот, прекин на
  • διακοσμώ στα σλαβομακεδονικά - spangle
  • διακριτικό στα σλαβομακεδονικά - карактеристична, карактеристичен, карактеристични, специфичен, препознатлив
  • διακριτικός στα σλαβομακεδονικά - карактеристична, карактеристичен, карактеристични, специфичен, препознатлив
Τυχαίες λέξεις
Διακρίσεις στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: дискриминација, дискриминацијата, на дискриминација, на дискриминацијата