Διακρίσεις στα ιταλικά

Μετάφραση: διακρίσεις, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
discriminazione, discriminazioni, la discriminazione, una discriminazione, le discriminazioni
Διακρίσεις στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακρίσεις

διακρίσεις διοικητικών πράξεων, διακρίσεις των νόμων, διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, διακρίσεις εις βάρος των γυναικών στην ελλάδα, διακρίσεις λόγω φύλου στην εργασία, διακρίσεις λεξικό γλώσσας ιταλικά, διακρίσεις στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διακοπή στα ιταλικά - requie, sostare, interruzione, pausa, sosta, rottura, interruzioni, ...
  • διακοσμώ στα ιταλικά - adornare, decorare, guarnire, fregiare, lustrino, spangle, il lustrino, ...
  • διακριτικό στα ιταλικά - distintivo, distintiva, caratteristico, caratteristica, carattere distintivo
  • διακριτικός στα ιταλικά - discreto, guardingo, distintivo, distintiva, caratteristico, caratteristica, carattere distintivo
Τυχαίες λέξεις
Διακρίσεις στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: discriminazione, discriminazioni, la discriminazione, una discriminazione, le discriminazioni