Ιδιοκτησία στα γαλλικά
Μετάφραση: ιδιοκτησία, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
propriété, possession, biens, établissement, la propriété, des biens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιοκτησία
ιδιοκτησία και πλούτοσ στη σπάρτη τησ κλασικήσ εποχήσ, ιδιοκτησία στην αγγλία, ιδιοκτησία ιστοσελίδας, ιδιοκτησία και επανάσταση, ιδιοκτησία εξ'αδιαιρέτου, ιδιοκτησία λεξικό γλώσσας γαλλικά, ιδιοκτησία στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ιδιαίτερος στα γαλλικά - débiter, trier, différent, départir, fendre, détacher, intime, ...
- ιδιοκτήτης στα γαλλικά - détenteur, titulaire, propriétaire, le propriétaire, propriétaire de, propriétaires
- ιδιορρυθμία στα γαλλικά - curiosité, excentricité, singularité, particularité, rareté, extravagance, étrangeté, ...
- ιδιοτέλεια στα γαλλικά - égoïsme, l'égoïsme, d'égoïsme, égoïsmes
Τυχαίες λέξεις
Ιδιοκτησία στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: propriété, possession, biens, établissement, la propriété, des biens
Μεταφράσεις: propriété, possession, biens, établissement, la propriété, des biens