Ιδιοκτησία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ιδιοκτησία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
власність, володіння, властивість, якість
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιοκτησία
ιδιοκτησία και πλούτοσ στη σπάρτη τησ κλασικήσ εποχήσ, ιδιοκτησία στην αγγλία, ιδιοκτησία ιστοσελίδας, ιδιοκτησία και επανάσταση, ιδιοκτησία εξ'αδιαιρέτου, ιδιοκτησία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ιδιοκτησία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ιδιαίτερος στα ουκρανικά - усамітнення, розлучити, нарізний, розлучати, таємність, приватний, відділяти, ...
- ιδιοκτήτης στα ουκρανικά - хазяїн, господар, володілець, хазяїне, власник
- ιδιορρυθμία στα ουκρανικά - чудак, дивацтво, дивак, чудність, чудакуватість, особливість, риса, ...
- ιδιοτέλεια στα ουκρανικά - егоїзм
Τυχαίες λέξεις
Ιδιοκτησία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: власність, володіння, властивість, якість
Μεταφράσεις: власність, володіння, властивість, якість