Στασιαστικός στα γαλλικά
Μετάφραση: στασιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
factieux, séditieux, rebelle, récalcitrant, mutin, révolté, rebelles, rébellion
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στασιαστικός
στασιαστικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, στασιαστικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- σταματώ στα γαλλικά - concorder, repos, s'arrêter, relais, cesser, stopper, sonder, ...
- στασιασμός στα γαλλικά - rébellion, sédition, la sédition, de sédition, séditions, séditieux
- στατικός στα γαλλικά - stationnaire, statique, statiques, static, électricité statique
- στατιστική στα γαλλικά - statistique, statisticien, statistiques, Statistique, les statistiques, des statistiques, de statistiques
Τυχαίες λέξεις
Στασιαστικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: factieux, séditieux, rebelle, récalcitrant, mutin, révolté, rebelles, rébellion
Μεταφράσεις: factieux, séditieux, rebelle, récalcitrant, mutin, révolté, rebelles, rébellion