Στασιαστικός στα σουηδικά

Μετάφραση: στασιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
upprorisk, upproriska, rebellisk, rebelliska, upproriskt
Στασιαστικός στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στασιαστικός

στασιαστικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, στασιαστικός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σταματώ στα σουηδικά - rast, anhalt, paus, tveka, kontramärke, stanna, uppehåll, ...
  • στασιασμός στα σουηδικά - sedition, uppvigling, uppror, upproriskhet, upprors
  • στατικός στα σουηδικά - statisk, statiska, statiskt, static
  • στατιστική στα σουηδικά - statistik, statistiken
Τυχαίες λέξεις
Στασιαστικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: upprorisk, upproriska, rebellisk, rebelliska, upproriskt