Στόκος στα γαλλικά

Μετάφραση: στόκος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mastic, mastiquer, spatule, lut, sceller, du mastic, putty, pâte, de mastic
Στόκος στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στόκος

στόκος ξύλου, στόκος βενετσιάνο, στόκος ακρυλικός, στόκος για μάρμαρα, στόκος γυψοσανίδας, στόκος λεξικό γλώσσας γαλλικά, στόκος στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • στυφός στα γαλλικά - mordant, affilé, acerbe, biliaire, rude, âpre, amer, ...
  • στυφότητα στα γαλλικά - verdeur, finesse, âpreté, netteté, aigreur, âcreté, acrimonie, ...
  • στόλος στα γαλλικά - rapide, marine, prompt, flotte, parc, la flotte, flottille, ...
  • στόμα στα γαλλικά - ouverture, débouché, dire, gueule, issue, bouche, orifice, ...
Τυχαίες λέξεις
Στόκος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: mastic, mastiquer, spatule, lut, sceller, du mastic, putty, pâte, de mastic