Στόκος στα σουηδικά
Μετάφραση: στόκος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kitt, spackel, putty
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στόκος
στόκος ξύλου, στόκος βενετσιάνο, στόκος ακρυλικός, στόκος για μάρμαρα, στόκος γυψοσανίδας, στόκος λεξικό γλώσσας σουηδικά, στόκος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στυφός στα σουηδικά - bitter, fräna, frän, syrlig, acrid
- στυφότητα στα σουηδικά - skärpa, strävhet, kärvhet, adstringens, förstoppande effekt, astringency
- στόλος στα σουηδικά - flotta, flottan, flott
- στόμα στα σουηδικά - mun, gap, munnen, klöv, mynningen, mynning
Τυχαίες λέξεις
Στόκος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kitt, spackel, putty
Μεταφράσεις: kitt, spackel, putty