Στόκος στα εσθονικά

Μετάφραση: στόκος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kitt, putty, pahtel, pahtliga
Στόκος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στόκος

στόκος ξύλου, στόκος βενετσιάνο, στόκος ακρυλικός, στόκος για μάρμαρα, στόκος γυψοσανίδας, στόκος λεξικό γλώσσας εσθονικά, στόκος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • στυφός στα εσθονικά - kibe, terav, lõikav, libu, salvav, lirva, tort, ...
  • στυφότητα στα εσθονικά - salvavus, teravus, kibedus, rangus, kokkutõmbuvus
  • στόλος στα εσθονικά - laevastik, flotill, väle, laevastiku, laevastikku, kalalaevastiku, sõidukipargi
  • στόμα στα εσθονικά - suu, suue, suhu, suus, suud, suust
Τυχαίες λέξεις
Στόκος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kitt, putty, pahtel, pahtliga