Στόκος στα ουγγρικά

Μετάφραση: στόκος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ragacs, gitt, putty, kenőcsek, a gitt, kitt
Στόκος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στόκος

στόκος ξύλου, στόκος βενετσιάνο, στόκος ακρυλικός, στόκος για μάρμαρα, στόκος γυψοσανίδας, στόκος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στόκος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • στυφός στα ουγγρικά - utcalány, gyümölcslepény, fanyar, csípős, maró, csípõs
  • στυφότητα στα ουγγρικά - fanyarság, összehúzó, fanyar, összehúzó tulajdonsága, összehúzás
  • στόλος στα ουγγρικά - hajóhad, flotta, flottát, flottája, flottájának, járműpark
  • στόμα στα ουγγρικά - luk, bejárat, nyílás, száj, szája, száját, szájban, ...
Τυχαίες λέξεις
Στόκος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ragacs, gitt, putty, kenőcsek, a gitt, kitt