Ωριαίος στα γαλλικά
Μετάφραση: ωριαίος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
horaire, heure, horaires, toutes les heures, l'heure
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωριαίος
ωριαίοσ κύκλοσ, ωριαίος χάρτης, ωριαίος λεξικό γλώσσας γαλλικά, ωριαίος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ωραία στα γαλλικά - gentiment, agréablement, joliment, amende, fin, bien, beau, ...
- ωραίος στα γαλλικά - subtil, beau, sympathique, magnifique, délicat, mignon, dégoûté, ...
- ωριμάζω στα γαλλικά - pruine, mûrissent, mûrissez, mûris, adulte, mûrissons, vieillir, ...
- ωριμότητα στα γαλλικά - échéance, mure, maturité, mûre, l'échéance, la maturité, durée
Τυχαίες λέξεις
Ωριαίος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: horaire, heure, horaires, toutes les heures, l'heure
Μεταφράσεις: horaire, heure, horaires, toutes les heures, l'heure