Αιτιατική στα γερμανικά

Μετάφραση: αιτιατική, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
akkusativ, Akkusativ, Accusativ
Αιτιατική στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιτιατική

αιτιατική ν, αιτιατική του ποσού, αιτιατική δοτική, αιτιατική πτώση, αιτιατική στα γερμανικά, αιτιατική λεξικό γλώσσας γερμανικά, αιτιατική στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αισχρός στα γερμανικά - unzüchtig, frech, brutto, barbarisch, lasterhaft, einkommen, widerlich, ...
  • αιτία στα γερμανικά - argumentieren, grund, veranlassung, begründung, bewirken, rechtsstreit, hervorrufen, ...
  • αιτιολογία στα γερμανικά - blocksatz, begründung, argumentieren, grund, ausrichtung, veranlassung, justierung, ...
  • αιτιολογώ στα γερμανικά - rationalisieren, Rationalisierung, zu rationalisieren, Rationalisierung der, rationalisiert
Τυχαίες λέξεις
Αιτιατική στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: akkusativ, Akkusativ, Accusativ