Αιτιατική στα ρωσικά

Μετάφραση: αιτιατική, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аккузатив, винительный, винительного, винительном, винительный падеж, винительного падежа
Αιτιατική στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιτιατική

αιτιατική ν, αιτιατική του ποσού, αιτιατική δοτική, αιτιατική πτώση, αιτιατική στα γερμανικά, αιτιατική λεξικό γλώσσας ρωσικά, αιτιατική στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αισχρός στα ρωσικά - порочный, толстый, объемистый, похабный, пространный, гросс, норовистый, ...
  • αιτία στα ρωσικά - ум, повлечь, причин, аргументировать, причина, навлекать, обдумывать, ...
  • αιτιολογία στα ρωσικά - причина, резонерствовать, аргументировать, повод, интеллект, аргумент, предлог, ...
  • αιτιολογώ στα ρωσικά - рационализировать, рационализации, рационализацию, рационализация, рационально
Τυχαίες λέξεις
Αιτιατική στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: аккузатив, винительный, винительного, винительном, винительный падеж, винительного падежа