Αιτιατική στα σουηδικά

Μετάφραση: αιτιατική, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ackusativ, accusative, ackusativen, ackusativformen, ackusativet
Αιτιατική στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αιτιατική

αιτιατική ν, αιτιατική του ποσού, αιτιατική δοτική, αιτιατική πτώση, αιτιατική στα γερμανικά, αιτιατική λεξικό γλώσσας σουηδικά, αιτιατική στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αισχρός στα σουηδικά - brutto, grov, fet, slipprig, salacious, liderligt, liderlig, ...
  • αιτία στα σουηδικά - vålla, reson, skäl, förnuft, process, anledning, åstadkomma, ...
  • αιτιολογία στα σουηδικά - förnuft, skäl, anledning, reson, orsak, försvar, resonemang, ...
  • αιτιολογώ στα σουηδικά - rationalisera, effektivisera, rationalisering, rationaliseras, att rationalisera
Τυχαίες λέξεις
Αιτιατική στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ackusativ, accusative, ackusativen, ackusativformen, ackusativet