Αιτιατική στα λιθουανικά
Μετάφραση: αιτιατική, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
galininkas, galininko, accusative, akuzatyvas, galininku
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιτιατική
αιτιατική ν, αιτιατική του ποσού, αιτιατική δοτική, αιτιατική πτώση, αιτιατική στα γερμανικά, αιτιατική λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αιτιατική στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αισχρός στα λιθουανικά - barbariškas, žiaurus, laukinis, geidulingas, Lubieżny, Alkatīgs, Nepadorumas, ...
- αιτία στα λιθουανικά - protauti, kampanija, žygis, priežastis, motyvas, mąstyti, sukelti, ...
- αιτιολογία στα λιθουανικά - mąstyti, protauti, motyvas, priežastis, samprotavimas, argumentai, motyvai, ...
- αιτιολογώ στα λιθουανικά - racionalizuoti, racionaliau, racionaliai, racionalizuoja
Τυχαίες λέξεις
Αιτιατική στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: galininkas, galininko, accusative, akuzatyvas, galininku
Μεταφράσεις: galininkas, galininko, accusative, akuzatyvas, galininku